Διαστάσεις: 67 X 45 εκ.
Τεχνική: Λάδι σε ξυλοτέξ
Έτος: 1992
Τον Δεκέμβριο του 1991 στη μέχρι τότε άσημη Ολλανδική κωμόπολη Μάαστριχτ, οι Υπουργοί Εξωτερικών της 12μελούς τότε Ευρωπαϊκής οικονομικής Κοινότητας, συνυπέγραψαν τη Συνθήκη μετεξέλιξής της σε Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ). Σύμφωνα με το άρθρο 73β της Συνθήκης του Μάαστριχτ, «απαγορεύεται οποιοσδήποτε περιορισμός των κινήσεων κεφαλαίων» και με το άρθρο 102α θεσπίζεται η «αρχή της οικονομίας της ανοιχτής αγοράς με ελεύθερο ανταγωνισμό». Σύντομα αποδείχτηκε πως η «ανοιχτή» αγορά έπρεπε να είναι και «πλατειά».
Έτσι, η ΕΕ των «12» με την κατάλληλη επέλαση, πλήθυνε τα κράτη-μέλη της σε 15 για να διευρυνθεί στην ακόμη πλατύτερη «ανοιχτότητα» των 25. Η ιστορία αυτής της ασύμμετρης αλυσίδας «ενότητας» κρατών πανίσχυρων οικονομικά και κρατών ανάλογα ισχνών, εκτινάσσεται στο 1951, όταν οι 6 πρώτες χώρες ίδρυσαν τη Συνθήκη για τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Κοινότητας Άνθρακα και Χάλυβα (= ενέργεια και βαριά βιομηχανία-εξοπλισμοί). Από τότε έως σήμερα, που η ωμότητα τέτοιων «ενώσεων» έχει απροκάλυπτα εκδηλώσει τον αληθινό τους χαρακτήρα ως σχέσεων απόλυτης εξάρτησης, οικονομικής και πολιτικοκοινωνικής των ασθενέστερων «εταίρων» από τους δυνατότερους (χάρη και στο σφαγείο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη γενναιόδωρη «υποστήριξη» των νικητών προς τους ηττημένους), ο δρόμος ήταν κοντός. Ξεκινούσε από την έμφυτη ανάγκη του κεφαλαίου για ολοένα μεγαλύτερη συγκέντρωση και συσσώρευση και κατέληγε στην «έξυπνη» λύση αυτής της «ανοιχτής αγκαλιάς» με χαλύβδινα μπράτσα και ήθος άνθρακος, που τελειοποιήθηκε με την επιβολή ενιαίου (αλλά όχι ως προς την αξία ίσου για όλους) νομίσματος – του euro μέσω της οικονομικής και νομισματικής ένωσης (ΟΝΕ), που απέρρευσε επίσης από όρους/προβλέψεις της Συνθήκης του Μάαστριχτ. Απώτερος στόχος της Συνθήκης του Μάαστριχτ προκαθορίστηκε και η πολιτική ενοποίηση των κρατών-μελών της ΕΕ. Και το ποιο είναι το πολιτικό «πρότυπό» της, είναι πλέον ολοφάνερο: ολιγαρχία, καταδυνάστευση σε κάθε ποσοτική διάσταση των ασθενέστερων από τους ισχυρότερους. Αν και οι «ασθενέστεροι» θα μπορούσαν να είναι αυτάρκεις και αυτοδύναμοι, αν δεν υπήρχαν τα «διεθνιστικά», «πολυπολιτισμικά», αλλά στην στυγνή τους αλήθεια ολοκληρωτικά και μηδενιστικά «οράματα» και οι ανάλογες, καταστροφικές των άλλων, πρακτικές των ισχυρών.
Στο έργο με τον τίτλο «Μάαστριχτ» ο Ζωγράφος εγκαταλείποντας κάθε αβρότητα στην έκφρασή του, «αμύριστα και ακαλλώπιστα» όπως η Σίβυλλα του Ηρακλείτου, λέγει όλα αυτά και πολύ περισσότερα με μία κεντρική μορφή, περιβεβλημένη από fondo στο χρώμα ενός σκληρού πορτοκαλί-σάρκα βαμμένη με αναλαμπές πυρός δίχως φανερή εστία.Στο πρότυπο γνωστής φιγούρας ενός τζόκερ, ενός Baladeur (= σουλατσαδόρος) των χαρτοπαιγνίων, οικοδόμησε μίαν αλληγορία του καθολικού τρόμου:
Η μορφή – ένα τέρας καταδικασμένο από τη φύση του να μένει στατικό, ανεξέλικτο ως είδος μέχρι την τελική του εξάλειψη – χορεύει στους άγριους, ασύστολους ρυθμούς του Είναι του έναν αδιάντροπο κόρδακα ή, ίσως, κάποιον από τους μανικούς χορούς βουντού.
Κινείται σε μία κυκλική πίστα που τη διαγράφουν 12 εμβληματικά της ΕΟΚ-ΕΕ άστρα. Η διπλή προοπτική (από επάνω προς τα κάτω και από την αρχή του κύκλου εμπρός της ως το κλείσιμό του, πίσω της) ορίζει το μοναδικό άλλο, εκτός από αυτό της ίδιας της κεντρική μορφής, τρισδιάστατο πεδίο στον χώρο, ιχνογραφώντας ένα είδος «βάθρου».
Τα «άστρα», όσο απομακρύνονται από το κεντρικό πρόσθιο, μικραίνουν σταδιακά, αλλά επίσης αναστρέφονται. Έτσι, το μεγαλύτερο είναι ακριβώς το κεντρικό πρόσθιο «άστρο» – η Γερμανία, ποιος άλλος; Προφανώς, τα υπόλοιπα, κατά σειρά μεγέθους, αντιστοιχούν στις υπόλοιπες χώρες – «κράτη» μέλη της ΕΕ, (κατά σειράν ισχύος – τι άλλο;).
Το τέρας, λοιπόν, γεννιέται, ξεπετιέται, από αυτήν την «αστρική σύνοδο» αδηφάγων ορέξεων, κατά τη δύναμη του καθ΄ ενός μέλους, φυσικά. Έτσι ενώ τα μεγαλύτερα -τα «πιο λαμπρά»- αστέρια απλώνονται με άνεση και την ανάλογη έπαρση στο μέτωπο του Τίποτε από το οποίο έγιναν και το οποίο είναι το περιβάλλον τους, τα τελευταία, πίσω, τα μικρότερα, ήδη ποδοπατιούνται από τα βάρβαρα πέλματα του τέρατος. Επίσης, τα μεγαλύτερα και επιφανέστερα, είναι σε θέση ανάστροφη, με την κορυφή προς τα κάτω και υψωμένα τα δύο σκέλη: όπως απεικονίζεται το «κτήνος» της Αποκάλυψης στη γλώσσα των συμβόλων. Αντιθέτως, τα μικρότερα και αφανέστερα, κρατούν την κανονική στάση ενός πεντάγωνου άστρου· υπαινιγμός της ουσιώδους αθωότητάς τους, ή, έστω, της ανθρωπιάς που έχουν στη βάση τους – στους λαούς τους.
Όσο για το τέρας, είναι ακραία grotesque: παράδοξο, γελοίο, αποτρόπαιο, αναίσχυντο. Κάπως σαν την κυρίαρχη «κουλτούρα» την κυρίαρχη ιδεοληψία της νεωτερικής Δύσης· της Ευρώπης που έχει χάσει την αίσθηση του μέτρου, των ορίων, της ευπρέπειας, της υγείας, ακόμη κι εκείνον τον φτωχό «ορθό λόγο» της ηθικής διάκρισης καλού-κακού.
Είναι, όμως, αυτό το απροσδιόριστου φύλου παράλλαγμα της φυσικής μορφής του Ανθρώπου, μεθυσμένο από θρίαμβο και περισσότερο από δίψα και πείνα. Καννιβαλικό, βαμπιρικό, με φυσιογνωμία που παραπέμπει τόσο σε κοινή γυναίκα των καμπαρέ, όσο και σε κάποιον τυπικό Ναζί, όπως και στην Μαρλέν Ντίτριχ, λίγο πιο ασελγή από όσο ήθελε η ίδια να εμφανίζεται τραγουδώντας μελοδραματικά «Lili Marlene» των φαιοχιτώνων υαινών. Ολοφάνερα, «αυτό» βρίσκεται σε κατάσταση οργασμική. Θέλει να συνευρεθεί, να πολλαπλασιαστεί. Αρματωμένο με τη στολή των – ω, τόσο βαθειά υπαρξιακών! – βίτσιων του sex, προτάσσει τους κυνόδοντές του γυρεύοντας να καταβροχθίσει με κάθε τρόπο, από παντού, σάρκα, να στραγγίξει το αίμα των άλλων.
Και κει, στο φρικτό του κρανίο, αντί για κόμη, έχει μία φωλιά, όμοια με των πτηνών του ουρανού καμωμένη. Κι εκεί μέσα κείτεται νεκρή, κομμένη από το σώμα του θύματός του – της ανθρώπινης υπόστασης, της ανθρώπινης ψυχής – η κεφαλή μιας κόρης. Γλυκειά και όμορφη ακόμη, ίσως για πάντα αθάνατη, όπως η κεφαλή του Ορφέα, δείχνει πως ονειρεύεται· και πως χαμογελά. Έτσι κι αλλιώς, το τέρας θα πεθάνει αργά ή γρήγορα.. πιο σωστά, θα αφανιστεί, όπως κάθε τι υβριστικό των ονείρων που αρμόζουν στην κόρη του Ανθρώπου, στην ψυχή του.