Ο Σπύρος Κουκουλομάτης γεννήθηκε το 1917 έτος σημαδεμένο από πολλαπλές ιστορικές συγκρούσεις, με κυρίαρχη εκδήλωσή τους τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο αφ΄ενός , και την Οκτωβριανή Επανάσταση, αφ΄ετέρου.
Παιδική ηλικία
Αντίθετα, η καταγωγή του -από πατέρα Μανιάτη και μητέρα Ελβετίδα από Γαλλικό καντόνι-, διέθετε το “σήμα” της συμφιλίωσης. Πάντως, υπήρξε δέκτης της επιρροής δύο άνω του μετρίου εκπροσώπων αντίστοιχων, έντονα διαφορετικών “κόσμων”.
Ο πατέρας του, Κωνσταντίνος, έχοντας μετοικίσει από την Μάνη στην Αθήνα, μεταπήδησε από την πατροπαράδοτη οικογενειακή τάξη των «Μενουδιάνων» (αφεντάδων) γαιοκτημόνων στην τότε αναδυόμενη ελληνική μεγαλοαστική – βιομηχανική τάξη. Ίδρυσε στον Πειραιά το πρώτο Ευρωπαϊκού τύπου εργοστάσιο παραγωγής σακχαρόπηκτων το 1922 – χρονιά καθοριστική της νεότερης Ελληνικής ιστορίας και οικονομίας. Η μητέρα του, Κλάρα Ετιέν, επικέντρωσε την αγωγή του στην πνευματική του καλλιέργεια, που καθόρισε και τις προσωπικές του αποφάσεις.
Η ζωγραφική
Η ζωγραφική είχε κερδίσει την προτίμησή του από τα παιδικά του χρόνια, ώστε 16 ετών αρχίζει μαθήματα με δάσκαλο τον Λουκά Γεραλή. Από το 1936 έως το 1938 φοιτά στην ΑΣΚΤ.
Με την κήρυξη του Β΄Παγκόσμιου Πολέμου τα κεφάλαια του εργοστασίου «ΗΛΙΟΣ» κατάσχονται από το Κράτος, πράγμα που σήμαινε την αρχή της οικογενειακής οικονομικής καταστροφής. Η ολοκλήρωσή της επέρχεται με τον βομβαρδισμό του Πειραιά από τους Άγγλους και ισοπέδωση του εργοστασίου.
Έως τότε, ο Σπύρος Κουκουλομάτης είχε διαμορφώσει αριστερή πολιτική συνείδηση, ερχόμενος σε ρήξη με τον πατέρα του. Πολέμησε στο Μέτωπο του ΄40, εντάχθηκε στο ΕΑΜ Καισαριανής και έζησε έντονα τα Δεκεμβριανά. Το ΄44 παντρεύτηκε την Ευθυμία, προσφυγοπούλα της Σμύρνης.
Το Σάββατο, 21 Οκτωβρίου 1995, έπεσε θύμα του Μολώχ της ασφάλτου – «τροχαίο ατύχημα».
Το μεγάλο ποσοτικά και αξιακά έργο του συνοψίζεται ως εξής:
1951-1995: Συμμετέχει σε περισσότερες των 50 Ομαδικές Εκθέσεις στην Ελλάδα, την Ευρώπη και την Αμερική.
Ατομικές εκθέσεις:
Γκαλερί «ΖΥΓΟΣ» 1963
«ΣΥΝ» (αναδρομική 1961-1976)
«ΣΥΛΛΟΓΗ» 1982
«ΑΝΑΓΕΝΝΗΣΗ» ΑΡΓΟΥΣ 1983
«ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ» 1983, 1985, 1987, 1989, 1991, 1993.
Βραβεία:
1958 Β΄ Βραβείο Φθινοπωρινού Σαλόν 1958 (Γκαλερί ΣΑΡΛΑ)
1962 Α΄ Βραβείο Έκθεσης Γκάλοπ 1962 (Γκαλερί Ζυγός) έργο «ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΠΟΛΕΜΟΥ»
Δραστηριότητες:
Ιδρυτικό μέλος «Ομάδας Πειραιωτών Καλλιτεχνών» (1951 – 1955)
Συμμετοχή στην «Ομάδα Ελλήνων και Αμερικάνων Καλλιτεχνών» 1961
Ιδρυτικό μέλος ομάδας «Δοκίμιον Ζωγραφικής Αλφα» (1969 – 1972)
Ταξίδι μελέτης του έργου του Paul Klee – Ελβετία, Κούνστ Μουζέουμ της Βέρνης 1960.
Έργα του υπάρχουν στις Δημοτικές Πινακοθήκες Πειραιά και Καλαμάτας, Κορυδαλλού, Νίκαιας, Δραπετσώνας σε ιδιωτικές συλλογές στις Η.Π.Α., Σκωτία, Αγγλία, Ελβετία, Σουηδία, Γερμανία, Αυστραλία, Βουλγαρία και Ελλάδα.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ
1917: Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος μαινόταν, κατασκευάζοντας για την ιστορία το μοντέλο των ιμπεριαλιστικών σφαγείων με το «νόμιμο» πρόσημο των συντεταγμένων ένοπλων συρράξεων μεταξύ δυνάμεων-διεκδικητών της οικουμενικής δεσποτείας.
Η Οικουμένη μάτωνε, καιγόταν, σκοτείνιαζε, βωμός ανίερων θυσιών προς τα ωμά συμφέροντα παλαιών και αναπτυσσόμενων επεκτατικών Κρατών της Αγγλίας, Γαλλίας και Ρωσίας αφ’ ενός και της Γερμανίας Αυστρίας και Ιταλίας αφ΄ετέρου. Αν και στη σκακιέρα διαδραματιζόταν πολυπλοκότερο παιχνίδι: Η Τουρκία υποστηριζόταν από όλους τους παραπάνω. Η Γαλλία επιζητούσε την revance για την ήττα της το 1870-71. Η Τσαρική Ρωσία αντίθετα, ήταν απολύτως εχθρική προς αυτήν. Η Σερβία διεκδικούσε τις σλαβικές επαρχίες που κατείχε η Αυστροουγγαρία. Γαλλία, Αγγλία και Ρωσία είχαν ήδη συστήσει την «Τριπλή Συνεννόηση» (1907). Η Γερμανία και η Ιταλία είχαν, ως αντίπαλοι, εντατικοποιήσει τους στρατιωτικούς τους εξοπλισμούς. Ο κόσμος είχε τεθεί, μέχρι το ξέσπασμα του ανοιχτού πολέμου στο καθεστώς της ονομασθείσας «Ένοπλης Ειρήνης». Είχε ιδρυθεί έτσι επίσημα ο Μιλιταρισμός, σαν έδαφος της Ιστορίας στο εξής.
Τα Βαλκάνια ήταν στο μάτι του κυκλώνα, αν και οι τοπικοί (Βαλκανικοί) πόλεμοι είχαν επίσημα λήξει.
Η δολοφονία του διαδόχου του Αυστριακού θρόνου Φραγκίσκου Φερδινάνδου τον Ιούνιο του 1914 στο Σεράγεβο της Βοσνίας από Σέρβο επανάσταση, ήταν η αφορμή για την έναρξη του πρώτου από τους ακατάσχετα φονικούς Παγκόσμιους Πολέμους.
Η Ελλάδα προσχώρησε στις δυνάμεις της Αντάτ (Ανατολικό Μέτωπο) το 1917, με πρωτοβουλία των Βενιζελικών δυνάμεων. Η Τουρκία, αφετέρου, είχε ενωρίς προσχωρήσει στις δυνάμεις της Γερμανίας. Το 1917, προσχωρεί και η Αμερική στην πλευρά της Αντάτ «για την ελευθερία των θαλασσών» (Ουίλσον). Την ίδια χρονιά, από τον Μάρτιο ως τον Οκτώβριο, εκτυλίσσεται η διαδικασία που κατέληξε στη μεγάλη Μπολσεβίκικη Επανάσταση (24 Οκτωβρίου 1917, παλαιό ημερολόγιο).
Οι Ελληνικές δυνάμεις, συμμετέχοντας στον πόλεμο με το μέρος των Συμμάχων της Αντάτ, έδωσαν σειρά νικηφόρων μαχών, που είχαν σαν αποτέλεσμα την απώθηση των Βουλγάρων και την καταδίωξη των Τούρκων μέχρι την Κωνσταντινούπολη. Ακολούθησε η υπογραφή ανακωχής άνευ όρων και της Συνθήκης των Σεβρών. Η Βενιζελική Αρχή έστρεψε την προσοχή της στην Μικρά Ασία, η διανομή της οποίας αποτελούσε αντικείμενο συνεχών συζητήσεων μεταξύ των συμμάχων (Αντάτ). Ήταν το «Ανατολικό ζήτημα».
Οι διώξεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας πάντως, προηγούντο και του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Από το 1914 και μετά, οι Τουρκικοί «αυτοσχεδιασμοί» έλαβαν γερμανικό σύστημα και μεθοδικότητα, στρατηγικός σκοπός των οποίων ήταν η εξόντωση του Ελληνικού αλλά και του Αρμενικού και των άλλων χριστιανικών πληθυσμών.
Οι διωγμοί έγιναν αγριότεροι μετά την επικράτηση της Επανάστασης των Νεότουρκων υπό τον Μουσταφά Κεμάλ «Ατατούρκ». Με την συγκατάθεση της Αγγλίας, οι Βενιζελικές δυνάμεις προχωρούν στη Μικρασιατική Εκστρατεία. Οι αρχικές νίκες των Ελλήνων και η ελπίδα ανάκτησης της αρχαιότατης Ιωνικής κοιτίδας του Ελληνισμού από τη μητρική χώρα, διαλύθηκαν με τον οικτρότατο τρόπο, την Μικρασιατική Καταστροφή του 1922.
Αυτό ήταν το εξωτερικό σκηνικό των ημερών κατά τις οποίες γεννήθηκε (1917) και έκανε τα πρώτα του βήματα στον κόσμο ο Σπύρος Κουκουλομάτης. Μία παράλληλη και ταυτόχρονη διάσταση αυτού του ιστορικού περιβάλλοντος ήταν ο θριαμβευτικός σχηματισμός της νέας ιδεολογίας και πρακτικής του Μαρξισμού-Λενινισμού, που πλέον καθοδηγούσε μία από τις δύο ισχυρότερες χώρες τη Ρωσία – Σοβιετική Ένωση. Η άλλη, ήταν η Αμερική που είχε γιγαντωθεί αλματωδώς και κατ΄ επέκταση η Δύση, εκπρόσωποι του καπιταλισμού, της «αστικής δικτατορίας» κατά τη μαρξιστική ορολογία.
Ο κόσμος που περίμενε τη νέα γενιά, ήταν ψυχρά και κάθετα διχοτομημένος (προ)καλώντας τον καθένα να λάβει την απόφασή του. Πολύ σύντομα, ο δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος θα ξεσπούσε – το δεύτερο οικουμενικό σφαγείο. Τότε ο Σπύρος Κουκουλομάτης θα γνώριζε άμεσα και ως ενήλικας μαχητής κατά του Γ’ Ράιχ και κατά του φασισμού, το κλίμα που επικρατούσε στην εποχή του, αυτό που περιέθαλψε ό,τι ο ίδιος θα ονόμαζε «μυθολογία του καιρού του».
Εκτός όμως από τις γενικές, τις παγκόσμιες και εξωτερικές αντιθέσεις που απαιτούσαν από τη γενιά του σαφή εκλογή και απόφαση, και η προσωπική του ζωή, μοιρασμένη πρωταρχικός ανάμεσα στον ίδιο ως πρόσωπο -βουληφόρο προσωπικότητα- και στο οικογενειακό του κοινωνικό/οικονομικό status, υπήρξε έντονα διλημματική και απαιτητική κατά τον ίδιο τρόπο: εκ των πραγμάτων, η ηθική και η Ιδεολογία που προτίμησε, εκείνη του αριστερού υπέρμαχου της Ισότητας, της Δικαιοσύνης και της Ειρήνης, τον έφερε αντιμέτωπο και αρνητή προς την μεγάλη αστική τάξη και τα προνόμια του μεγάλου κεφαλαίου. Στην τάξη αυτή όμως, ανήκε από την καταγωγή του ο ίδιος. Μεγάλωσε, παρά τους επισφαλείς, ταραγμένους και επικίνδυνους ιστορικούς όρους, σε περιβάλλον που του παρείχε και την μέγιστη δυνατή ασφάλεια, και πλεονεκτήματα μεγάλα ως προς το βιοτικό αλλά και το μορφωτικό του επίπεδο.
Η οικογένειά του, από την πλευρά των γονέων του, είχε βαθιές και ισχυρές ρίζες στη Μάνη, στην Πάνιτσα της Τόμπρας. Το ιδιαίτερο καθεστώς του τόπου διατηρούσε τα τυπικά, παραδοσιακά χαρακτηριστικά και τις ιδιοτυπίες του θρυλικού αυτού τόπου, ανάμεσα στα οποία καθοριστική ήταν έως πρόσφατα η κατ’ ουσίαν διοικητική ανεξαρτησία της Μάνης, μοιρασμένη σε τοπικές «αρχοντίες». Κάθε μανιάτικο χωριό περισσότερο από τους νόμους και τις Αρχές της Κρατικής εξουσίας, υπάκουε και τηρούσε ένα ιδιόμορφο άγραφο δίκαιο.
Βασικοί θεσμοί του, η αποδοχή της αυθεντίας των μεγαλύτερων σε οικονομική δύναμη και ιστορικές καταβολές οικογενειών, οι οποίες ξεχώριζαν από τις άλλες και από τους πύργους τους (κατοικίες και πολεμικά οχυρά).
Εκτός όμως από την αρχαϊκού χαρακτήρα Αρχή των προκρίτων οικογενειών, με ισχύ καθολική και αδιαμεσολάβητη, η ζωή των Μανιατών καθόριζε ο νόμος της αυτοδικίας -«βεντέτας»- που ήταν απόλυτος σε ζητήματα «προσβολής της τιμής» οποιασδήποτε οικογένειας.
Ανάμεσα στις τρεις μεγαλύτερες οικογένειες της Πάνιτσας, η οικογένεια Κουκουλομάτη ήταν η επιφανέστερη. Είχε το προσωνύμιο «Μενουδιάνοι» που σημαίνει «Αφεντάδες». Ο παππούς του προσφωνείτο «γιος του Κάλλιου» ( του άριστου).
Αλλά αυτή η οικογένεια, η πρώτη ανάμεσα στις «κεφαλές» της Πάνιτσας, δεν απέφυγε την εμπλοκή σε ένα «ζήτημα τιμής», και, συνεπώς, στον νόμο των αντιποίνων. Υπαίτιος υπήρξε ένας από τους αδελφούς του παππού του Σπύρου Κουκουλομάτη, ο μόνος που δεν τηρούσε τα αυστηρά ήθη της Μανιάτικης τιμής.
Η απόφαση που πήρε ο παππούς του ζωγράφου, ήταν και συνετή και ανατρεπτική των συνηθισμένων συνεπειών των καταστάσεων «βεντέτας». Έφυγε αμέσως από την Πάνιτσα και από τη Μάνη για πάντα, όπως και πρακτικά φανερώνει η πώληση του Πύργου του. Τον ακολούθησαν τη γυναίκα του και το μοναχοπαίδι του, ο Κωνσταντίνος πατέρας του Σπύρου Κουκουλομάτη. Έχοντας στη διάθεσή του σημαντικό κεφάλαιο ο Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης αποφασίζει να ακολουθήσει την Εμπορική δραστηριότητα, που εκείνη την εποχή, (τέλη του 19ου αι.), διένυε την πρώιμη, εθνική (Ελλαδική) περίοδό του, ρομαντική αλλά και εξαιρετικά ρεαλιστική και ευφυή ως προς την τακτική και τις μεθόδους της άσκησής του. Το εμπόριο διατηρούσε ακόμη τότε την αρχαία πνοή μιας, όχι μόνον ωφελιμιστικής, υλικά κερδοφόρας επιχειρηματικότητας αλλά μιας δραστηριότητας με έντονο πολιτισμικό και πνευματικό χαρακτήρα.
Όπως γράφει ο Μιχάλης Αιλιανός, διευθυντής του τότε οικονομικού εντύπου «Οικονομολόγος των Αθηνών» (σελίδα 49. στο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ ΛΕΥΚΩΜΑ» ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ 1821-1919, ΤΟΜΟΣ Β΄ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΝ ΑΡ.150).
«Το Εμπόριον αποτελεί το κυριότατον μέσον προς την καθ’ όλου του ανθρώπου εξύψωσιν την μετάβασιν από του μονήρους οικογενειακού βίου εις την δημιουργίαν κοινωνίας, την εξημέρωση και εκπολίτισίν του…. Τρεις εχαρακτηρίσθησαν κυριότατοι σταθμοί προς τούτο. Τον πρώτον αποτελεί ο ποιμενικός (νομαδικός σημ. Μ. Σίδερη) βίος, τον δεύτερον ο γεωργικός βίος, οπότε εξυπνά του ανθρώπου το συνειδός της κατοικίας, της εν ωρισμένω, δηλαδή τόπω, και πλησίον των ομοίων του προσκολλήσεως¨ τον δε τρίτον και ύστατον ο εμπορικός βίος, καθ΄ον ο ανθρώπινος νους οξύνεται, ερευνά, εφευρίσκει, έρχεται εις επαφήν μετά την απομακρυσμένη ομοίων του, με μία λέξη αναδεικνύεται πράγματι άνθρωπος αντάξιος της υψηλής αποστολής του. Διότι, μεταφέρων από τόπου εις τόπον είδη προς εμπορίαν, λαμβάνει την ευκαιρία να πληροφορηθεί τας προς θεραπείαν του βίου τελειοποιήσεις, ας εξεύρον οι αλλαχού οικούντες όμοιοί του, συζητεί … ανταλλάσσει σκέψεις, υπερυψούται. Της επαφής δε ταύτης άμεσον αποτέλεσμα είναι η προαγωγή των Τεχνών και των επιστημών, αίτινες άνευ εμπορίας δεν είναι δυνατόν να νοηθούν … ¨Αι σχέσεις ας συνάπτουν οι κάτοικοι χώρας τινός δημιουργούν ολίγον κατ΄ολίγον την εθνικήν συνείδησιν¨ κατά τον Δανό κοινωνιολόγον Μπέρκ; Και ο άριστος αυτών αρωγός είναι το εμπόριον που, (H.Spencer) είναι διά τoν κοινωνικόν οργανισμόν ό,τι είναι για τον οργανισμόν του ανθρώπου και των ζώων η κυκλοφορία του αίματος.
Εμπόριο: το Α και το Ω της καθολικής παντός έθνους εν τη διεθνή κοινωνία, υπεροχής. Δι’ αυτό και από κόσμου καταβολής ηγήτωρ κριός της ανθρωπότητας υπήρξε πάντοτε το εμπορικώς υπερέχον εκάστοτε Έθνος. Εις το εμπόριον των αρχαίων Ελλήνων οφείλεται κυρίως η υλική και διανοητική ανάπτυξις εις ην, υπέρ παν άλλον, ανήχθη το Ελληνικόν Έθνος … Μεταξύ των τόσων αριστοκρατικών του Έθνους μας παπύρων ο εμπορικός αυτού πάπυρος είναι ο εντιμότατος….»
Ο Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης, ήδη διαποτισμένος από το αριστοκρατικό πνεύμα, πνεύμα και τοπικό της Μάνης διάχυτο, αλλά αμεσότερα της γενέθλιας ρίζας του, δεν είχε παρά να μετατοπίσει την σκυτάλη των παπύρων του γαιοκτημονικού και θαλασσινού εμπορίου της καταγωγής του μ’ εκείνη του νεότερου στην Ελλάδα μεταπρατικού ή/και παραγωγικού εμπόρου βιομηχάνου.
Ξεκινάει την νέα, αστικού καθαρά χαρακτήρα δραστηριότητά του, ως εισαγωγέας γάλακτος και ζάχαρης. Μεταξύ των άλλων κλασσικών χαρακτηριστικών του έμπορος-αριστοκράτη της α΄ εμποροβιομηχανικής περιόδου, ήταν και η άμεση, προσωπική εποπτεία και απόφαση ως προς τα δεδομένα του τομέα του, του ίδιου του κεφαλαιούχου. Αυτό συνεπαγόταν και ταξίδια στις χώρες που διέθεταν αγορά αντίστοιχη των ενδιαφερόντων του, αυτήν την παλαιά αεικινησία του εμπόρου την οποία αναφέρει και ο Αιλιανός.
Οι τεχνοκράτες «ειδικοί» που περιορίζονται μόνον και από μακριά στην «αξιολόγηση» του ποσοστού κέρδους αγνοώντας σε βαθμό ανεπίτρεπτο, συνήθως, τον παράγοντα της ποιότητας, αμέτοχοι εντελώς της ανθρώπινης διάστασης που περιέχεται εκ των πραγμάτων και σε εμποροβιομηχανικές δραστηριότητες δεν υπήρχαν τότε.
…Ο Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης διακρίθηκε στον εισαγωγικό – μεταπρατικό τομέα. Έτσι, συμμετείχε σε κάποια βιομηχανική Έκθεση στο Παρίσι. Τότε γνώρισε την Κλάρα Ετιέν ελβετίδα από γαλλικό καντόνι, η οποία έγινε σύζυγος του, μητέρα του Σπύρου Κουκουλομάτη.
Η Κλάρα Ετιέν ταιριάζει στο αριστοκρατικό ύφος και ήθος της οικογένειας Κουκουλομάτη: Η καταγωγή της από την Ευρωπαϊκή αστική τάξη, η πλατιά πνευματική καλλιέργειά της, η επιστημονική της κατάρτιση (ήταν κοινωνιολόγος) και η επικέντρωση των ενδιαφερόντων της στους ανάλογους τομείς , προσέδωσαν μεγαλύτερη και ιδιαίτερη αίγλη στο παλαιό Μανιάτικο σόι. Παράλληλα φανερώνεται με αυτόν τον γάμο η ακόμη τότε ισχυρή επιθυμία ή και ανάγκη για μεγαλύτερη κοινωνική καταξίωση της Ελληνικής μεγαλοαστικής τάξης μέσα από τον εμπλουτισμό της με πνευματικές αξίες και φορείς αυτών των αξιών.
Μία ακόμη μεγάλη, καθοριστική όλου του οικονομικοκοινωνικού status διαφορά της τότε μεγαλοαστικής τάξης από την παροντική, ήταν η σχέση και η άποψή της για το χρήμα: «Το χρήμα πρέπει να κινείται» ήταν η άποψη των ηθικότερων, και του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη. Άποψη, που περιορίζει το χρήμα ως αξία ανταλλαγής, σε αντίθεση με την αντίληψη που κυριαρχεί τώρα, της συσσώρευσης- αποταμίευσης του, που το καθιστά κυρίως αξία χρήσης έως και απόλυτη αξία. Για τον λόγο αυτό, ο Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης δεν επένδυσε ούτε σε στεγαστικά ακίνητα. Προτιμούσε να ενοικιάζει.
Η ανατροφή που απόλαυσε ο Σπύρος Κουκουλομάτης ήταν, συνεπώς, μεγαλοαστική με αριστοκρατικό ύφος και χαρακτήρα. Η πνευματικότητα από την πλευρά της μητέρας του κυρίως και το αίσθημα της ελευθερίας, της πρωτοβουλίας και του θάρρους, της υπερηφάνειας από την πλευρά του πατέρα του, ήταν τα γονεϊκά δώρα που κράτησε ως μέρη του χαρακτήρα και της προσωπικότητάς του. Γνωρίσματα και γνώσεις που αγνοεί ο σύγχρονος νεοπλουτισμός.
Η αξιοπρέπεια – υπερηφάνεια που του μεταβίβασε ο πατέρας του, κλείνεται στην παρακάτω μαρτυρία της κόρης του, Ντόρας Κουκουλομάτη: «όταν ο πατέρας μου περπατούσε με τον παππού μου, και τύχαινε στον δρόμο τους κάποιο αυτοκίνητο, ο παππούς μου συνέχιζε μαζί με τον πατέρα μου την πορεία του, δίχως να παραμερίζουν. ¨Εμείς δεν αλλάζουμε την πορεία μας. Είμαστε κύριοι, εμείς¨» εξηγούσε στον γιο του.
Αυτή η ανατροφή, βρίσκοντας εύφορο έδαφος, φυσικά, απέδωσε σε μεγάλο βαθμό τον άνθρωπο Σπύρο Κουκουλομάτη. Η Ντόρα Κουκουλομάτη θυμάται πως τα κύρια γνωρίσματα του ήταν η μεγαλοψυχία, η απέραντη υπομονή και κατανόηση των άλλων, η άμεση συμμετοχή του στα προβλήματά τους, το ότι ήταν πραγματικός αρωγός, με πηγαίο το αίσθημα και την πρακτική συνακόλουθα, της αλληλεγγύης.
«Είχε στενές και ουσιαστικές φιλίες. Ως δάσκαλος των Τεχνών αργότερα ήταν ανεπιφύλακτα γενναιόδωρος στη μετάδοση της γνώσης κερδίζοντας με την πνευματική και ηθική του χάρη την αγάπη των μαθητών του».
Τα παιδικά του χρόνια υπήρξαν αναμφίβολα προνομιακά και κατά τον υλικό τομέα. Τον φρόντιζαν γκουβερνάντες, ενώ πολύ μικρός ακόμη γνώρισε τους ευρύτερους ορίζοντες του κόσμου, ταξιδεύοντας στον κόσμο, ιδίως με την μητέρα του. Μικρό παιδί ακόμη, γοητεύεται από έργα των μεγάλων ζωγράφων που αντικρίζει στα πιο φημισμένα Μουσεία του κόσμου, στα οποία τον οδηγεί η μητέρα του κατά τις ταξιδιωτικές τους περιηγήσεις. Η πρώτη από μέρους του έκφραση, σε πολύ μικρή ηλικία, της επίδρασης που είχε σ’ εκείνον η ζωγραφική, ήταν η φράση: «Θέλω να γίνω μικρός θεός, πλάστης κόσμων. Θέλω να γίνω ζωγράφος». Το ότι ο ζωγράφος είναι πλάστης κόσμων, σαν «μικρός θεός» περιέχει το νόημα της τέλειας εκείνης εκτίμησης του Αριστοτέλη για τη μίμηση: «Μίμησης, έξις μετά λόγου αληθούς ποιητική» («η μίμηση είναι ανθρώπινη ικανότητα ουσιώδους δημιουργίας με κίνητρα και νόημα αληθινά»)
Κατά το διάστημα των πρώτων χρόνων της ζωής του Σπύρου Κουκουλομάτη, όταν με την επιμέλεια και φροντίδα της μητέρας του και τα προνόμια της τάξης του μεγάλωνε και μορφωνόταν σε συνθήκες άνεσης και εκλεκτικότητας, ο πατέρας του Κωνσταντίνος επιδιδόταν με εξαιρετική και αλματώδη επιτυχία σε τολμηρές επιχειρησιακές αλλαγές . Κατ’ αρχάς μεταπήδησε από τον μεταπρατικό – εμπορευματικό στον παραγωγικό – βιομηχανικό τομέα. Στο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ ΛΕΥΚΩΜΑ» ΕΚΑΤΟΝΤΑΕΤΗΡΙΔΟΣ 1821-1919, ΤΟΜΟΣ Β΄ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΑ ΕΜΠΟΡΙΟΝ ΑΡ.150, καταγράφεται η Βιομηχανική μονάδα Ομόρρυθμος Εταιρεία «Κουκουλομάτης και Τρουποσκιάδης», Πειραιεύς, οδός Αλιπέδου. Προϊόντα: Καραμέλαι, κουφέτα, λουκούμια.
Η ομόρρυθμη εταιρεία μετατρέπεται 1922-23 (κατά την ιδιόχειρη σημείωση του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη στο «ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟΝ ΛΕΥΚΩΜΑ» στην Ανώνυμη Βιομηχανική Εταιρεία Ζαχαροπήκτων «ΗΛΙΟΣ». Το Λεύκωμα έχει πολυσέλιδο αφιέρωμα στο δεύτερο αυτό μεγάλο άλμα του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη, αποσπάσματα του οποίου είναι τα παρακάτω:
σελίδα 199 ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ
«ΗΛΙΟΣ» ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΒΙΟΜΗΧΑΝΙΚΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΖΑΧΑΡΟΠΗΚΤΩΝ εδρεύουσα εν Πειραιεί.
Γενικός Διευθυντής: Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης Πρόεδρος Δ.Σ.: Π.Γ. Τρουποσκιάδης.
ΟΙ ΠΡΩΤΟΙ ΕΡΓΑΤΑΙ – Η ΙΔΡΥΣΙΣ
Η Εταιρία «ΗΛΙΟΣ» εγεννήθη έκ της ομορρύθμου επιχειρήσεως αυτού τούτου (του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη) υπό την επωνυμίαν «Τρουποσκιάδης και Κ.Κουκουλομάτης».
Ο κ. Κωνσταντίνος Κουκουλομάτης εκ Γυθείου καταγόμενος, εκ νεαράς ηλικίας επεδόθη εις την εμπορία των ζαχαρωδών ειδών δια της εισαγωγής τούτων εκ του εξωτερικού όθεν έλαβεν αφορμή σοβαρότερων σκέψεων και δη της ιδέας Ελληνικής Βιομηχανίας Ζακχαροπήκτων. Εχων συνεργάτας τους εκ Βαμβακούς της Λακεδαίμονος καταγόμενους αφούς Παναγιώτη και Χαράλαμπο Τρουποσκιάδη, συνέπηξε τω 1909 την ομόρρυθμον εταιρείαν της εκμεταλλεύσεως των ζακχαροπήκτων.
Επισκεφθέντες (οι συνεταίροι) επί δεκαετίαν τα εργοστάσια ζακχαροπήκτων της Ελβετίας, Βελγίου, Ολλανδίας, Αγγλίας, Γερμανίας, απεκόμισαν τας απαραίτητους γνώσεις για το είδος τούτο … ιδία, των καραμελών ευρωπαϊκού τύπου, κομφέτων, σοκολατών και μπισκότων Αγγλικού τύπου και απάντων των σχετικών ευρωπαϊκών ζακχαροπήκτων.
Εκτός από την τεχνογνωσίαν, η εταιρία ΗΛΙΟΣ εξοπλίστηκε με μηχανήματα εισαχθέντα εξ Αγγλίας και Ελβετίας (1914)
Αι εργασίαι της α΄ ομορρύθμου επιχειρήσεως «Τρουποσκιάδης και Κουκουλομάτης» εστέφθησαν υπό πλήρους επιτυχίας, δι’ ο απεφασίσθη η επέκτασις των εργασιών διά της εισροής κεφαλαίων.
(ιδιόχειρη σημείωση στη σελίδα 204 του Λευκώματος: «Το έτος 1923 τα κεφάλαια εγένοντο 5.000.000 δραχμές»)
Η ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΗΛΙΟΣ
Την 15η Ιουλίου 1922 δημοσιεύεται το καταστατικό της Α.Ε. υπό τον τίτλο «ΗΛΙΟΣ» Ανώνυμη βιομηχανική εταιρεία Ζακχαροπήκτων. Διάρκεια 30ετης. Κεφάλαιο: 2.500.000 δραχμές.
ΤΟ ΕΡΓΟΣΤΑΣΙΟΝ
Ακολουθεί περιγραφή της παρασκευής των καραμελών. Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί το σχόλιο του συντάκτη: «Ο κ Κουκουλομάτης πρέπει να παρακολουθεί το νόμισμα των πολυπληθών μικρών πελατών… Τα μικρά παιδιά συνήθως έχουν πενταρίτσες, λοιπόν ο έμπορος όστις τα τροφοδοτεί ζητεί από τον Βιομήχανο να κατασκευάζει καραμέλας αξίας των 5 λεπτών. Λοιπόν ο κ Κουκουλομάτης ως κάμει τους υπολογισμούς, ας κανονίσει τα μηχανήματα και το πάχος της καραμέλας… αμέσως εξετελέσθη η παραγγελία (του εμπόρου) και εκτελείται, ώστε η καραμέλα ικανοποιεί και τον πτωχότερον πελάτην».
Οι ιστορικοί χρόνοι ήταν ιδιαίτερα ταραγμένοι: Παρατηρούμε ότι η Ο.Ε. «Τρουποσκιάδης –Κουκουλομάτης» ιδρύεται το 1914. Το 1922, έτος της Μικρασιατικής καταστροφής η οποία υπήρξε συνέχεια και μάλιστα φάση του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου ιδρύεται η Α.Ε. «ΗΛΙΟΣ». Η χώρα μας μετατρέπεται σε επίκεντρο ενός από τα μεγαλύτερα δράματα- εγκλήματα εκείνης της περιόδου, έχοντας ήδη υποστεί συνεχώς τις συνέπειες του Μεγάλου Πολέμου την αρχή.
Εν τούτοις, η οικογένεια του Σπύρου Κουκουλομάτη, όπως διαπιστώνουμε και από τον διπλασιασμό των κεφαλαίων του «ΗΛΙΟΥ» σε ένα μόνο έτος, όχι μόνο δεν υφίσταται καμία ζημιά, αλλά, αντιθέτως, βρίσκεται σε εξαιρετικά πλεονεκτική κατάσταση, με κάθε κριτήριο και σε κάθε εποχή.
Ο Σπύρος Κουκουλομάτης γνήσιος γόνος της νεόφυτης Ελλαδικής αστικής- καπιταλιστικής τάξης, ζει τα παιδικά και τα εφηβικά του χρόνια αμέριμνος. Περισσότερο από τις ασχολίες του πατέρα του, που δεν είναι, ούτως ή άλλως, ελκυστικές για οποιονδήποτε στην πρώτη, τρυφερή περίοδο της ζωής του προσηλώνεται στον «κόσμο» που του αποκαλύφθηκε μέσα από τη μητρική μέριμνα και αγωγή. Η αγάπη του για τη ζωγραφική αναδεικνύεται πολύ ενωρίς σε ενσυνείδητη τάση και εκλογή ζωής. Έτσι, στα 16 του μόλις χρόνια ξεκινάει μαθήματα ζωγραφικής με δάσκαλο τον Λουκά Γεραλή, που διαρκούν 6 έτη (1933-1938) ενώ στο διάστημα 1936-1938 φοιτά παράλληλα και στην ΑΣΚΤ.
Στο διάστημα αυτό, φυσικά ωριμάζει ηλικιακά, αλλά και συνειδησιακά. Μέχρι τα 21 του χρόνια, έχει ήδη σχηματίσει την Ιδεολογία του –αριστερή- και την ιδιαίτερη κοσμοαντίληψή του – ειρηνιστική, φιλοδίκαιη. Βιώνοντας από κοντά, ως γιος και μελλοντικός διάδοχος εργοστασιάρχη, την ζωή, τους κόπους και την όλη κατάσταση της εργατικής τάξης, έρχεται ενωρίς σε σύγκρουση με τον πατέρα του.
Η βεβαιότητα της ζωής και των αποφάσεων τουστον τομέα των Καλών Τεχνών, της Ζωγραφικής και της σκέψης, μεγαλώνει και ως καρπός των εμπειριών του από την κατάσταση του κόσμου και τις κοινωνικές ανισότητες, και χάρις στα ταξίδια που συνεχίζει να πραγματοποιεί στις μεγάλες Ευρωπαϊκές πόλεις, όπου εντρυφεί, ώριμος πλέον, στα εικαστικά μυστικά.
Κατά την περίοδο αυτή, πραγματοποιεί ένα ταξίδι – μελέτης του έργου του ζωγράφου Paul Klee στην Ελβετία (Κουνστ Μουζέουμ της Βέρνης, 1960)
Τα σύννεφα πάνω από τον κόσμο άρχισαν να πυκνώνουν. Η Σκιά ενός Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με τον φασιστικό/ναζιστικό Άξονα συγκροτημένο και έτοιμο να διεκδικήσει τη μοίρα της Οικουμένης όταν ο Σπύρος Κουκουλομάτης στρατεύτηκε. Στο διάστημα της θητείας του πριν τον Πόλεμο, υπήρξε εκπαιδευτής οπλιτών στη σκοποβολή. Μεταξύ των εκπαιδευομένων, ήταν και ο Γ. Τσαρούχης.
Στο διάστημα από το 1938 ως το 1940 είχε αποκοπεί εντελώς από την πατρική εστία. Το χάσμα ανάμεσα στο νεαρό ιδεολόγο, οραματιστή της κοινωνικής Ισότητας και του καθαρά μεγαλοαστικού οικογενειακού του περιβάλλοντος, αποδείχτηκε αγεφύρωτο. Ο Σπύρος Κουκουλομάτης επισφράγισε τη βαθιά διαφοροποίησή του αποφασίζοντας και να κατοικήσει σε ανεξάρτητη, δική του στέγη. Για ένα μικρό διάστημα πριν την οριστική του αποσκίρτηση, είχε δείξει ενδιαφέρον για τις οικογενειακές επιχειρήσεις. Προσπάθησε τότε να πάρει τις αντιπροσωπείες ζυμαρικών και πιθανότατα θα το πετύχαινε, εάν η πολιτική και οικονομική αστάθεια , δεν ήταν απαγορευτική σε τέτοιου είδους και μεγέθους στόχους.
Η κήρυξη πολέμου υπήρξε για την οικογένεια του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη καταλυτική στον έως τότε δεδομένων της. Η επιτυχημένη και, παρά τις αντιξοότητες, ανοδικά εξελισσόμενη πορεία του «Ήλιου» κλονίστηκε από τα θεμέλια της, όταν οι Τράπεζες, με κυβερνητική απόφαση, κατάσχεσαν τα κεφάλαια των καταθετών και, βέβαια, των επιχειρήσεων, για την εξυπηρέτηση των πολεμικών αναγκών. Εν τούτοις, η βιομηχανική δραστηριότητα χάρις στις διοικητικές ικανότητες και τους ευφυείς ελιγμούς των υπευθύνων του εργοστασίου συνεχίστηκε. Το οριστικό πλήγμα επήλθε όταν οι Άγγλοι βομβάρδισαν τον Πειραιά θέλοντας, όπως δήλωσαν, να πλήξουν τις ναυτικές δυνάμεις και τις αποθήκες οπλικού υλικού των Γερμανών. Προκαλεί όμως απορία πώς έκαναν τόσα πολλά και μεγάλα λάθη κατά την επιχείρηση αυτή, επιφέροντας καταστροφή σε βιομηχανικές εγκαταστάσεις και σε κατοικημένες εκτάσεις της πόλης με θύματα εκατοντάδες αμάχων τεράστιες υλικές ζημιές. Μεταξύ των βιομηχανιών που χτυπήθηκαν, ήταν και το εργοστάσιο «Ήλιος» που ισοπεδώθηκε. Ο ώριμος καρπός μιας περιπετειώδους ζωής και μιας αρχοντικής προσωπικότητας, εκπροσώπου της πρωτογενούς εθνικής μεγαλοαστικής τάξης στην Ελλάδα, αυτής του Κωνσταντίνου Κουκουλομάτη, κόπηκε απρόσμενα και δίχως τη δυνατότητα να αναγεννηθεί, πλέον. Η υγεία του πατέρα του Σπύρου Κουκουλομάτη κλονίστηκε βαρύτατα. Το 1958, μετά μία σειρά εγκεφαλικών επεισοδίων πέθανε. Η Κλάρα Ετιέν, η πνευματική μυσταγωγός του ζωγράφου όσο και φυσική του μητέρα, έσβησε μετά τέσσερα χρόνια, το 1962.
Ο ζωγράφος, κατά την μεγάλη και ταραχώδη αυτή ιστορική και οικογενειακή περίοδο, έχτιζε το δικό του τόπο και τρόπος ζωής.
Στη διάρκεια της Κατοχής εντάχθηκε στις γραμμές του ΕΑΜ της Καισαριανής. Το 44, παντρεύτηκε την Ευθυμία Τζέτζου, προσφυγόπουλα της Σμύρνης. Τυπική εκπρόσωπος των περισσότερων Ελλήνων της Ιωνίας, προερχόταν από πλούσια οικογένεια που καταστράφηκε. Απέκτησαν τρία παιδιά τον Κωνσταντίνο, τον Δημήτριο και την Ντόρα.
Μετά τα Δεκεμβριανά, το 1951, και σε ατμόσφαιρα απολύτως αντιπνευματική, όταν κυριαρχούσε στη χώρα ο μετεμφυλιακός τρόμος, ο Σπύρος Κουκουλομάτης ιδρύει την Ομάδα Πειραιωτών Καλλιτεχνών. Ακολούθως συμμετέχει στην Ομάδα Ελλήνων και Αμερικανών Καλλιτεχνών (1961), ενώ είναι ιδρυτικό μέλος της ομάδας «ΔΟΚΙΜΙΟΝ ΖΩΓΡΑΦΙΚΗΣ ΑΛΦΑ» (1969 – 72). Υποστηρίζοντας το όραμά του για την απελευθέρωση της τέχνης από τα κυκλώματα ελέγχου και χειραγώγησης, πρωτοστατεί, το 1974, στην ίδρυση του ανεξάρτητου, αυτοδιοικούμενου ομίλου εικαστικών καλλιτεχνών «ΣΥΝ». Η πορεία του στον ατέρμονο δρόμο της Τέχνης, σημαδεύεται αφετηριακά από τις δραστηριότητες απελευθέρωσης και εξάπλωσης της τέχνης, και συνεχίζει έτσι, αδέσμευτος και ο ίδιος μέχρι το τραγικά ειρωνικό τέλος της ζωής του: τον Οκτώβριο (21) του 1995 ένα αυτοκίνητο, σαν αυτά που είχε διδαχθεί από τον πατέρα του να μην παραμερίζει μπροστά τους «γιατί ο άνθρωπος είναι η αξία, όχι η μηχανή» τον τραυματίζει θανάσιμα καθώς εκείνος διέσχιζε μία διάβαση πεζών, καταμεσήμερο.
Άνθρωπος πραγματικά πνευματικός, δηλαδή πλούσιος και σε διάνοια αλλά και σε ζωτικότητα, με θαυμάσια υγεία, έπεσε θύμα του Μολώχ της ασφάλτου. Η, ήδη μέχρι τον θάνατό του, άφθονη σε ποσόν και ιδιαιτέρως σε ποιόν ζωγραφική του δημιουργία, θα είχε, κανονικά, πολλά χρονικά και ποιητικά περιθώρια ανάπτυξης και καλής καρποφορίας. Εν τούτοις, άφησε ως προσωπική κατάθεση στον θησαυρό μιας καλλιτεχνικής και ειδικότερα εικαστικής γενιάς που χαρακτηριζόταν από την ρώμη, την ορμή και την αγνότητα στην θήρα της αυστηρής γνώσης των κανόνων της ζωγραφικής και της έκφρασης με νέους τρόπους, γενιά πλούσια σε βιώματα, βαθιά στοχαστική, με κριτική σκέψη και ιδεολογική θέρμη, ένα πλούσιο, σπουδαίο και μοναδικό έργο.
Ως ζωγράφος ο Σπύρος Κουκουλομάτης απόλαυσε μία ικανοποιητική αναγνώριση για τους όρους της «Κρόνιας» πατρίδας μας, η οποία, όπως είναι γνωστό σε όλους – αλλά συντηρείται από όλους, σχεδόν – έχει τη συνήθεια να «τρώει» τα παιδιά της – τα καλύτερα παιδιά της –ειδικότερα.
Ο Π.Ν.Παναγιωτούνης σε κριτικό άρθρο του στην «Δημοκρατική Πορεία», αριθμός τεύχους 3-5 που δημοσιεύθηκε και στο τεύχος 33 (Νοέμβρης 1982) της μηνιαίας περιοδικής καλλιτεχνικής έκδοσης «ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΠΕΙΡΑΙΑ», γράφει σχετικά με τις εντυπώσεις του από την έκθεση των έργων του που έγινε στην «ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗ» τον χειμώνα του 82: «Ένας από τους πιο σημαντικούς ζωγράφους μας, ο Σπύρος Κουκουλομάτης, έκανε μία πρόσφατη έκθεση έργων του, φέτος τον χειμώνα στην «ΑΙΘΟΥΣΑ ΤΕΧΝΗΣ ΣΥΛΛΟΓΗ» της Γιώτας Καραβοκύρη στην οδό Βασιλίσσης Σοφίας 48.
Ομολογούμε ότι συνολική δουλειά του εκλεκτού ζωγράφου δεν είχαμε δει, μερικά έργα του όμως σκόρπια μας είχαν σταματήσει. Η έκθεσή του όμως τον χειμώνα δεν μας σταμάτησε απλά, αλλά μας ενθουσίασε ουσιαστικά, γιατί είδαμε πως έχουμε να κάνουμε με έναν μάστορα του χρωστήρα, που κατορθώνει να συνδυάζει την παράδοση με τη μοντέρνα Τέχνη, χωρίς να απομακρύνεται από το δυνατό της παράδοσης, χρώμα και μορφή, κι από τα ανανεωτικά νέα ρεύματα, μέχρι εκεί όμως που μπορεί κανείς ν΄ απολαύσει τη γνήσια τέχνη και τεχνική, χωρίς εξαλλοσύνες, στρουκτουρισμούς και τάσεις πέρα κι από το παραδεκτό, ως ένα σημείο, παράλογο.
Γνωρίζουμε ότι κάποτε αυτός ο τόπος έδωσε το μέτρο, και δίνοντας το στον κόσμο, το έχασε, όμως ο Σπύρος Κουκουλομάτης, βρίσκεται μέσα στο σοφό μέτρο, και γι΄ αυτό η τέχνη του αγαπιέται από το κοινό εκείνο, που γνωρίζει να εκτιμάει τη γνήσια και αληθινή τέχνη.
Και δεν μπορούσε να γίνει αλλιώς, μια που ο Ζωγράφος που μας απασχολεί εδώ, δεν είναι μόνο ένας μάστορης, στο είδος του, όπως είπαμε, αλλά και ένας καταρτισμένος θεωρητικός της τέχνης και δάσκαλος, που γνωρίζει βαθιά τα προβλήματα της δουλειάς του και μπορεί, χωρίς να απομακρύνεται από την ουσία του περιεχομένου και την αξία την αξεπέραστη της μορφής να μην ξεπερνά τα όρια, εκεί που μπορεί να λειτουργήσει η γνήσια τέχνη. ….Ο ζωγράφος δουλεύει τα χρώματά του και τα θέματά του μέσα στον λυρικό χώρο της Ποιητικής». (Ο Πλάτωνας στο «Συμπόσιο» προσδιορίζει τον όρο «Ποίηση»-«ποιητική»: «κάθε αιτία μετάβασης οποιουδήποτε πράγματος από την ανυπαρξία στην ύπαρξη είναι ποίηση, συνεπώς και οι εργασίες που υπάγονται σε κάθε μορφή τέχνης είναι είδη ποίησης και οι δημιουργοί αυτών είναι Ποιητές». Στον «Σοφιστή» γενικεύει, λέγοντας: «Ποιητική είναι κάθε δύναμη που μπορεί να προκαλέσει την γένεση σε οτιδήποτε δεν υπήρχε πριν». Θυμίζουμε πως ο μικρός Σπύρος έλεγε ότι θέλει να γίνει ζωγράφος, μικρός θεός που φτιάχνει κόσμους…). Και συνεχίζει ο Π.Ν.Παναγιωτούνης: «τα έργα του συγκινούν, αλλά και προβληματίζουν….. συγκίνηση πολλή και ομορφιά άπειρη διαθέτουν οι πίνακες του εκλεκτού ζωγράφου….. Ο γνήσιος Έλληνας δημιουργός, σπάνια φεύγει από τον μύθο, είτε κύρια Ελληνικός είναι αυτός, είτε ξένος…. Συνθέσεις του μύθου λοιπόν με αξιώσεις, είναι και τα έργα του Κουκουλομάτη….. και τους μύθους του….. τους δουλεύει με κέφι και διάθεση….. έτσι που να κερδίζουν το μάτι, αλλά και την ψυχή του θεατή…… Νομίζουμε ότι ο Σπύρος Κουκουλομάτης είναι από τους λίγους ζωγράφους μας που λειτουργούν πάνω στον μύθο με τόση επιτυχία…»
Πριν προχωρήσουμε στη σύνταξη ενός μικρού αφιερώματος στοχασμού επάνω στο εικαστικό έργο του Σπύρου Κουκουλομάτη θα σταματήσουμε σε έναν άλλο τομέα της πλούσιας ποιητικής δραστηριότητας του, αυτήν του δασκάλου της τέχνης αλλά και, από αυτή τη θέση, πλάστη ηθών και συνειδήσεων. Διδάσκοντας από την 1η Νοεμβρίου 1974 έως την 30η Οκτωβρίου 1982 ζωγραφική σε Ελεύθερο Σπουδαστήριο και Ιστορία της Τέχνης και Αισθητική Εικόνας από το 1965 μέχρι την ημέρα του θανάτου του και στη Σχολή Σταυράκου, έλεγε μεταξύ των πολλών και σπουδαίων άλλων: «Γνώση είναι η αναζήτηση της οριακής περιοχής μεταξύ κρυμμένου και φανερού και η διαπίστωση της ανυπαρξίας αυτού ακριβώς του ορίου»: Αυτή η πρόταση του Γιάννη Δραγώνα, είναι καθοριστική και του στόχου και της μεθοδολογίας της Ιστορίας της Τέχνης σε αυτή τη Σχολή …. Στόχος της διδασκαλίας της ιστορίας της τέχνης είναι η εκμάθηση και η γνώση: 1) της μεθόδου κατασκευής του εικαστικού έργου τέχνης, 2) Των στοιχείων που το αποτελούν…. 3) Του στόχου τον οποίον σκοπεύει…. και για την επίτευξη του οποίου απαραίτητη συνθήκη είναι να το δουν και να το διαβάσουν άλλοι άνθρωποι εκτός από τον δημιουργό του…. 4) Τη διαχρονική προσφορά του έργου Τέχνης που είναι ο καθρέφτης των ιδανικών, των δυνατοτήτων και των πραγματικοτήτων μιας κοινωνίας…. 5)… σε κάθε εικαστικό έργο συνιστώσες της δημιουργίας του είναι τα παραπάνω… ενώ κίνητρο της δημιουργίας αυτής είναι η υποκειμενική θέση του καλλιτέχνη σε σχέση με αυτές τις συνιστώσες. Υποκειμενική θέση …. είναι η συνειδητή ή συμπτωματική επιλογή της κοινωνικής ομάδας που θα εξυπηρετήσει το έργο του…. λέγω «ομάδας» όχι «τάξης» γιατί …. τόσο η άρχουσα όσο και η αρχόμενη τάξη είναι διαιρεμένες εσωτερικά σε τρεις βασικές ομάδες: την προοδευτική, τη συντηρητική, την αντιδραστική….. Ανάλογα με την τοποθέτησή του ως προς αυτά, ο καλλιτέχνης θα κάνει μία διαφορετική ποσοτική επιλογή από κάθε συνιστώσα του καιρού του (του «χωροχρόνου» του} που θα έχει σαν αποτέλεσμα μία διαφορετική ποιοτική αντίληψη και απόδοση της πραγματικότητας του χώρου και του χρόνου του. Η χρήση του όρου «ποιότητα» γίνεται εδώ όχι με την ηθικολογική έννοια «καλύτερο-χειρότερο», αλλά με την έννοια «διαφορετικό», λόγω της διαφορετικής ιεράρχησης κατά σημαντικότητα των ίδιων, τελικά, στοιχείων (συνιστωσών). Από αυτήν την υποκειμενική αντίληψη των πραγμάτων – πραγματικότητας θα προκύψει ο στόχος του έργου και θα υπαγορευτεί από τον στόχο η διαμόρφωση της μορφής του… η μορφική λύση.
Η εντύπωση ότι η διάφορά στυλ οφείλεται στην εφευρετικότητα του στενού προσωπικού «Εγώ» ενός δημιουργού ιδιαίτερα προικισμένου, δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι ότι τα εικαστικά έργα της «έντεχνης τέχνης» ακολούθησαν και ακολουθούν τη διαδικασία που σε γενικές γραμμές αναλύσαμε παραπάνω.
Τα μαθήματα της Ιστορίας της Τέχνης θα προσπαθήσω να οδηγήσουν στην κατάκτηση από μέρους σας της ικανότητας όχι μόνο να αναλύετε εσείς πλέον την «ύλη» του έργου τέχνης αλλά να αποκτήσετε τη γνώση της μεθοδολογίας κατασκευής του….. Πρέπει να δεχτείτε ότι το μάθημα Ιστορίας της Τέχνης δεν είναι μονόλογος του διδάσκοντος, αλλά είναι αναγκαία η συμμετοχή σας. Η συμμετοχή αυτή για να είναι δημιουργική θα πρέπει να υπακούει σε ορισμένους κανόνες – προϋποθέσεις, αφήνοντας ανοιχτά τα περιθώρια για αλλαγές, αν αποδειχτούν αναγκαίες.
α ) Η καλοπιστία και ο διάλογος… Όροι για ένα παραγωγικό διάλογο: 1) Η βασική κοινωνική αβρότητα στη διατύπωση, που δεν είναι, όπως πολλοί νομίζουν, γνώρισμα του κατεστημένου, αλλά απόδειξη του πολιτιστικού επιπέδου του ανθρώπου. 2) Η γνώση του θέματος για το οποίο εκφέρουμε κρίση ή υποβάλλουμε ερώτηση …. 3) Ερώτηση στην οποία έχει δοθεί απάντηση από τη διδασκαλία ή τον διάλογο που προηγήθηκε, είναι απόδειξη διανοητικής απουσίας…. 4) Η διευκρινιστική ερώτηση πρέπει να είναι σαφής να αναφέρεται σε ουσιαστικό σημείο…. 5) Η διατύπωση διαφορετικής άποψης πρέπει να στηρίζεται σε επιχειρήματα που και αυτά να πηγάζουν αλλά και να ελέγχονται από κριτήρια δεκτά στο χώρο της πραγματικότητας 6) Το ιδεολογικό και το τυχαίο αξίωμα δεν είναι επιχείρημα 7) Το παράδειγμα αντί επιχειρήματος είναι διατυπωτική αδυναμία και επιτρέπει… παρερμηνείες.
Αυτές ήταν μερικές από τις θεμελιακές αρχές που προσέφερε και καλλιεργούσε ο δάσκαλος Σπύρος Κουκουλομάτης στους μαθητές του, εκτός, φυσικά, από το άφθονο σε γνωσιολογικά στοιχεία αλλά, κυρίως, και από κριτικό, γερά στοιχειοθετημένο, κριτικό αντίκρισμα των πραγμάτων της Τέχνης, και ιδίως των όσων συνέβαιναν κατ΄ εκείνη την ιστορική περίοδο, μετά τον πόλεμο ως και το θάνατο του, στον «χώρο» ή, ίσως, στην «αρένα» της Ζωγραφικής (και όχι μόνο) στην Ελλάδα.
Ζωγραφική, διδασκαλική, οργανωτική και καθοδηγητική συλλογικών σχημάτων δραστηριότητα δίχως «εξοικονόμηση χρόνου», δίχως «συντομεύσεις» και φυγοπονία…. Και, παρόλα αυτά, ο Σπύρος Κουκουλομάτης βρίσκει και χρόνο και δύναμη να ταξιδεύει, όχι ως τουρίστας (όπως ποτέ δεν έκανε), αλλά ως μελετητής, ερευνητής, δημιουργός…. Παράλληλα, αρθρογραφεί, πραγματοποιεί ατομικές και συμμετέχει σε ομαδικές εκθέσεις, διακρίνεται σε διεθνείς και ντόπιες καλλιτεχνικές εκδηλώσεις.