Διαστάσεις: 70 Χ 63 εκ.
Τεχνική: Λάδι σε καμβά
Έτος: 1974
Το «χρυσοπράσινο φύλλο», η Κύπρος, αιώνες τρέφεται με το αίμα των «αγοριών που μεθούν», από έρωτα και οράματα ενός μέλλοντος – που συνεχώς απομακρύνεται από θρασείς «εγγυητές» του νησιού –, αντάξιου της Κύπριδος Αφροδίτης που την καλούσαν και Ειρήνη, Φιλία, Αρμονία και Πειθώ. Βαθιές οι ρίζες και οι αιτίες που άρρηκτα συνέδεσαν αυτά τα οράματα με την Ελλάδα ως διαχρονική αξία μάλλον παρά ως γεωγραφικό τόπο.
Αλλά η Ελλάδα των νεώτερων χρόνων έσπασε τις κοινές ρίζες, ακύρωσε την αιτιώδη συνέχειά τους, διαψεύδοντας τους επανειλημμένα. Η πιο κοντινή στις ημέρες πράξη προδοσίας, ήταν η ουσιαστική παράδοση της Κύπρου στους εισβολείς του Αττίλα Ι και ΙΙ το 1974. Διάφοροι οι εμπνευστές και οργανωτές αυτού του πολεμικού «τύπου» εγκλήματος, που ανέλαβαν να εκτελέσουν τουρκικές στρατιές: ωσάν νέοι Πιτυοκάμπτες, διχοτόμησαν το σώμα του νησιού. Βαθιές και οι ερπετικές ρίζες της Βίας και της Εξουσίας, ύψωσαν τότε τον βλαστό τους στην καμένη γη του. Τον ακέφαλο – ανεγκέφαλο Δράκοντα – αμοιβάδα του Πολέμου. Υψώνει τον κορμό του ελισσόμενος πολυδαίδαλα: όπως οι «διπλωματικές οδοί» που πάντα αποτυγχάνουν(;), όπως οι συνωμοσίες και τα «συμφέροντα» που προκαλούν διαμελισμούς τόπων και ελπίδων, καταστρέφοντας την Ομορφιά και τη Ζωή. Ατσάλινος, με βυθισμένες τις άκρες του σε υποχθόνια βάθη, λεκιασμένος με φωτιά και αίμα, σχηματίζει τα όρια του «νεότευκτου» «Κράτους». Ο ζωγράφος με αυτήν την «συνοριακή γραμμή» αναδεικνύει ταυτόχρονα το σχήμα ενός τερατώδους, δικέφαλου «χορευτή».
Από τα σκοτεινά πλάγια – παρασκήνια, άλλα φίδια, Ύδρες θαλάσσιων (ψυχικών) και χθόνιων (υλιστικών) αβύσσων, όπως οι δυνάμεις που συμβολίζουν, εποπτεύουν τούτο το έργο της ωμότητας. Χαμηλά, το οπτικό κέντρο φυγής του πίνακα, μοιάζει με ήλιο άλαμπο, που καταδύεται στον ζόφο.
Αλλά μπορεί, αντίθετα, να αναδύεται, θυμίζοντας ποια είναι η πράγματι ανίκητη δύναμη και μοίρα του κόσμου: το Φως.